Στο πλαίσιο των εκδηλώσεων του Evia Film Project, ο καταξιωμένος διευθυντής φωτογραφίας Γιώργος Φρέντζος παρέδωσε masterclass το Σάββατο 18 Ιουνίου, στην Αγία Άννα, με τίτλο «Οι αλλαγές στον κινηματογράφο μέσα από την εξέλιξη της τεχνολογίας: τι κερδίζουμε και τι χάνουμε». Αρχικά, ο κ. Φρέντζος ευχαρίστησε θερμά το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης για τη διοργάνωση του Evia Film Project, ενώ αμέσως μετά πρόβαλε σύντομα αποσπάσματα από τις ταινίες Ονειρεύομαι τους φίλους μου (1993) του Νίκου Παναγιωτόπουλου, Όλα είναι δρόμος (1998) του Παντελή Βούλγαρη, J.A.C.E. (2012) του Μενέλαου Καραμαγγιώλη, Λευκό Σεντόνι (2014) της Σόνια Λίζα Κέντερμαν, καθώς και τις μικρού μήκους ταινίες Φράγμα (2017) του Γιώργου Τελτζίδη και Στο δωμάτιο (2019) της Γεωργίας Σωτήρχου.
«Επέλεξα να σας συστηθώ μέσα από τη δουλειά μου, γιατί εμείς οι διευθυντές φωτογραφίας μιλάμε καλύτερα μέσα από τις εικόνες παρά με τα λόγια. Παρεμπιπτόντως, ανάμεσα στους δύο όρους που χρησιμοποιούνται για το επάγγελμά μας, το “διευθυντής φωτογραφίας” και το “κινηματογραφιστής”, μάλλον προτιμώ τον δεύτερο γιατί αποτυπώνει με μεγαλύτερη ακρίβεια αυτό που κάνουμε σε μια ταινία. Όπως και να μας αποκαλέσει κανείς, πάντως, αν έπρεπε να περιγράψω τη δουλειά μας θα έλεγα ότι χρησιμοποιούμε τα μέσα που έχουμε στη διάθεσή μας, τους φακούς, την κάμερα και τα φώτα, προκειμένου να αποτυπώσουμε σε φιλμ ή σε ψηφιακό μέσο, το σενάριο μιας ταινίας και να υλοποιήσουμε το σκηνοθετικό όραμα. Ένας από τους διασημότερους διευθυντές φωτογραφίας στην ιστορία του σινεμά, ο Ιταλός Βιτόριο Στοράρο, υποστηρίζει πως οι διευθυντές φωτογραφίας “γράφουν με φως”. Υπό αυτή την έννοια, λοιπόν, ο διευθυντής φωτογραφίας και ο σκηνοθέτες διατηρούν μια άμεση και στενή συνεργασία τόσο στη διάρκεια του γυρίσματος όσο και στο post-production. Eίμαι βαθιά συγκινημένος που ανάμεσα στο κοινό βρίσκονται φοιτητές από το Τμήμα Ψηφιακών Τεχνών και Κινηματογράφου, με έδρα τα Ψαχνά, καθότι όχι απλώς κατάγομαι από την Εύβοια, αλλά τα Ψαχνά είναι ο τόπος όπου γεννήθηκα. Προτού υπεισέλθω σε πιο τεχνικές λεπτομέρειες, ο πιο απλός τρόπος για να παινέψω το επάγγελμά μας είναι να σας εξομολογηθώ ότι κάθε νέα δουλειά είναι μια ολότελα νέα εμπειρία. Κάθε φορά, τα πάντα είναι καινούργια. Όχι μόνο κάθε ταινία είναι διαφορετική από όλες τις άλλες, αλλά και κάθε λήψη είναι μοναδική και κατά κυριολεξία ανεπανάληπτη».
Στη συνέχεια, ο Γιώργος Φρέντζος έκανε λόγο για τη μεγαλύτερη επανάσταση που έχει σημαδέψει τη διεύθυνση φωτογραφίας, τη μετάβαση από την αναλογική στην ψηφιακή εποχή, επισημαίνοντας πως η πιο σημαντική θετική εξέλιξη από αυτή την κοσμογονική αλλαγή εντοπίζεται στον κερδισμένο χρόνο και στην ταχύτητα. «Στην εποχή μας, μια απλή εφαρμογή στο κινητό μπορεί να σου δείξει πώς διαμορφώνεται η εικόνα ανάλογα με το πώς μετατοπίζεται και αυξομειώνεται το ηλιακό φως. Επομένως, είσαι σε θέση να επιλέξεις με ακρίβεια ποια ώρα και στιγμή της ημέρας θέλεις να γυρίσεις μια συγκεκριμένη σκηνή. Ένα ακόμη παράδειγμα είναι το πόσο ξεπερασμένο πλέον είναι το director’s viewfinder, το γνωστό μας βιζέρ, που συναντούσε κανείς στις παλιές κάμερες, το οποίο λειτουργούσε ως εξομοιωτής του aspect ratio, του φορμά δηλαδή της ταινίας. Πλέον, μια εφαρμογή μπορεί να σου υποδείξει, όποια κάμερα και όποιον φακό κι αν χρησιμοποιήσεις, τι θα βλέπει ο φακός σου και πώς θα βγει το κάδρο σου», εξήγησε χαρακτηριστικά.
Προχωρώντας στο κυρίως στάδιο της παραγωγής, ο Γιώργος Φρέντζος ανέλυσε τους τρόπους με τους οποίους η διαδικασία έχει επιταχυνθεί σε αφάνταστο βαθμό. «Από το φιλμ έχουμε περάσει σε έναν σένσορα που κινηματογραφεί και αποτυπώνει το σενάριο. Παλαιότερα, το νεγκατίφ ενός φιλμ πήγαινε σε ένα εργαστήριο επεξεργασίας, όπου τυπωνόταν μια κόπια εργασία σε ποζιτίφ, την οποία θα χρησιμοποιούσε ο μοντέρ. Έπειτα, γινόταν κοπή στο νεγκατίφ, στη συνέχεια νέο τύπωμα κόπιας, ακολουθούσε το εταλονάζ, δηλαδή διορθώσεις στρώματος και φωτεινότητας, μέχρι να φτάσουμε στην τελική κόπια. Προφανώς, δεν υπήρχε τότε το DCP. Όλη αυτή η διαδικασία γινόταν μέχρι να έρθει στη ζωή μας η ψηφιακή τεχνολογία», ανέφερε σχετικά. Σε εκείνο το σημείο, ο κ. Φρέντζος έκανε μια αναδρομή μέσα από διαφάνειες και εικόνες στις κυριότερες μηχανές λήψης που έχουν χρησιμοποιηθεί στην Ελλάδα, από τις ογκώδεις κάμερες της δεκαετίας του ’70 μέχρι τις μικροσκοπικές ψηφιακές κάμερες του σήμερα, αναλύοντας και εξηγώντας τα πλεονεκτήματα, τα μειονεκτήματα και τις προσωπικές του εμπειρίες από το κάθε μοντέλο.
Παρά τις ραγδαίες τεχνολογικές εξελίξεις, όμως, ο κ. Φρέντζος θεωρεί πως το φιλμ δεν έχει πεθάνει ακόμη. «Σκεφτείτε πως κυκλοφορούν ψηφιακές κάμερες που διαφημίζουν πως μπορούν να πετύχουν film look, καθότι η ψηφιακή τεχνολογία δεν μπορεί να πετύχει τις λεπτομέρειες που εξασφαλίζει η χημική σύνθεση του φιλμ. Παλαιότερα, ένα ρολ από 35άρι φιλμ, μήκους 122 μέτρων, αντιστοιχούσε σε 4,5 λεπτά, ενώ ένα αντίστοιχο ρολ σε 16άρι φιλμ ισοδυναμούσε με 11,5 λεπτά, χώρια που το φιλμ ήταν ακριβό. Τώρα, μπορείς να γράφεις όσο θέλεις και να αποθηκεύεις το υλικό σου σε μια ψηφιακή κάρτα, γεγονός που διευκολύνει, μεταξύ πολλών άλλων, να γυρίσει κανείς μονοπλάνα. Μια άλλη κομβική αλλαγή είναι ότι παλαιότερα μόνο ο οπερατέρ έβλεπε τι τραβούσε η κάμερα. Στην πορεία, προέκυψαν μοντέλα όπου μια μικρή καμερούλα “έκλεβε” εικόνα, την οποία μετάφερε στο μόνιτορ. Γνώμη μου είναι, πάντως, ότι θα πρέπει να διατηρήσουμε την αυστηρότητα που χαρακτήριζε το φιλμ, ακόμη και αν δεν το χρησιμοποιούμε. Η ψηφιακή ευκολία επιφέρει και μια χαλαρότητα στο γύρισμα, με επιπτώσεις στην επιμελή προετοιμασία. Μια ακόμη διευκόλυνση που προσφέρει ο ψηφιακός σένσορας είναι ότι μπορούμε να πετύχουμε ευκολότερα πολλές επιλογές κάδρων. Στη σημερινή εποχή έχουμε δει μέχρι και ταινίες γυρισμένες με το κινητό σε κάδρο 16:9, το οποίο εμφανίζεται κάθετα στην οθόνη. Παρεμπιπτόντως, να σας αναφέρω, ότι οι περισσότερες παλιές ελληνικές είναι γυρισμένες σε κάδρο 4:3, αλλά προβάλλονται δυστυχώς στην τηλεόραση σε κάδρο 16:9 για να γεμίσει η οθόνη, με μόνη εξαίρεση τη δημόσια τηλεόραση, με αποτέλεσμα η εικόνα να αλλοιώνεται ανεπανόρθωτα», ανέφερε ο Γιώργος Φρέντζος.
Στο επόμενο σκέλος της παρουσίασής του, ο κ. Φρέντζος μίλησε για τους φακούς και τα φωτιστικά σώματα. «Ό,τι και αν χρησιμοποιούμε, φακό ή ψηφιακό σένσορα, το σημαντικότερο είναι αυτό που υπάρχει ακριβώς από μπροστά. Με άλλα λόγια, οι φακοί είναι το σημαντικότερο εργαλείο στη δουλειά ενός διευθυντή φωτογραφίας. Στους φακούς, λοιπόν, έχουν επίσης επέλθει αλλαγές και βελτιώσεις, αλλά όχι σε τόσο ριζικό βαθμό. Όσον αφορά τα φίλτρα των φακών, το πιο γρήγορο φιλμ είναι στα 500 ASA, ενώ η βάση στις ψηφιακές κάμερες είναι στα 640 ASA. Οι περισσότερες ψηφιακές μηχανές έχουν ουδέτερα φίλτρα, που μας επιτρέπουν να δουλεύουμε με ανοιχτά διαφράγματα. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος με τα φίλτρα είναι ότι άπαξ και τραβήξεις το υλικό σου, δεν μπορείς να το πάρεις πίσω», ανέφερε χαρακτηριστικά. Αμέσως μετά, πραγματοποίησε μια ιστορική αναδρομή στα φωτιστικά σώματα, ξεκινώντας από τα φώτα πυρακτώσεως και τα φώτα βολφραμίου, περνώντας στους προβολείς Fresnel και τα φώτα HMI, καταλήγοντας στα σύγχρονα φώτα LED και στους ανακλαστήρες για το ηλιακό φως.
Κλείνοντας, o Γιώργος Φρέντζος προέτρεψε τα νέα παιδιά να πειραματίζονται διαρκώς και να δοκιμάσουν την τύχη τους ακόμη και με την κάμερα ενός κινητού, ενώ διευκρίνισε πως ο βαθμός δημιουργικής ελευθερίας του κάθε διευθυντή φωτογραφίες εξαρτάται πρωτίστως από την οπτική του εκάστοτε σκηνοθέτη. «Εγώ απέκτησα εμπειρική γνώση, δεν σπούδασα το αντικείμενο. Στην παρούσα φάση, αναλαμβάνω τη διεύθυνση φωτογραφίας σε μικρού μήκους ταινίες νέων δημιουργών, προσπαθώντας να κάνω ό,τι περνά από το χέρι μου για να τους βοηθήσω. Φυσικά, δεν παύει να με συναρπάζει η διαδικασία. Τώρα, τις προσεχείς ημέρες θα γυρίσουμε μια μικρού μήκους με 16 λεπτά μονοπλάνο. Ήδη σκέφτομαι συνεχώς τις προκλήσεις και τις δυσκολίες, αναζητώντας λύσεις. Πρέπει πάντα να έχουμε υπόψη πως το σενάριο είναι ό,τι πιο σημαντικό σε μια ταινία. Εμείς υπηρετούμε το σκηνοθετικό όραμα και φροντίζουμε να γίνει πραγματικότητα το σενάριο», κατέληξε σχετικά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου