Στην εποχή της νέας πανδημίας, οι καλοκαιρινές ερωτικές περιπέτειες με αγνώστους θεωρούνται επιτρεπτές και σχετικά ασφαλείς μόνο όταν αμφότεροι οι εραστές είναι πλήρως εμβολιασμένοι κι αν χρειαστεί μπορούν να επιδεικνύουν και το σχετικό πιστοποιητικό. Οσο για τις τυχαίες και χωρίς τις απαραίτητες προφυλάξεις σεξουαλικές επαφές με νέους ερωτικούς συντρόφους, αυτές πρακτικά απαγορεύονται, όχι πια ως ανήθικες ή αντισυμβατικές συμπεριφορές, αλλά ως «υγειονομικά κακουργήματα», που, προφανώς, τελούνται μόνο από αντικοινωνικά και αυτοκαταστροφικά άτομα.
Ακολουθήστε μας στο Google news
Ποια είναι η στάση των τρομοκρατημένων από τον νέο κορονοϊό ανθρώπων απέναντι στις σεξουαλικές τους ανάγκες και δραστηριότητες; Οι περισσότεροι δεν βλέπουν την ώρα να επιστρέψουν στην προ κορονοϊού φυσιολογική ερωτική τους ζωή, ενώ άλλοι αντιμετωπίζουν με έντονη ανησυχία ή και δυσφορία την προοπτική της επιστροφής στις συνήθεις ερωτικές δραστηριότητές τους.
Για όσους έζησαν τα λοκντάουν μαζί με την ή τον μόνιμο ερωτικό τους σύντροφο, η επιβεβλημένη κατάσταση «εκτάκτου ανάγκης» δεν άλλαξε ριζικά την ερωτική τους ζωή.
Ωστόσο, για ορισμένα άτομα ο παρατεταμένος «κατ’ οίκον περιορισμός» λειτούργησε ως αφροδισιακό για την αναθέρμανση των, από καιρό, λησμονημένων ηδονών της ερωτικής συνεύρεσης με τον ή τη σύντροφό τους. Αλλοι, αντίθετα, βίωσαν πολύ πιο φοβιστικά την πανδημική απειλή του νέου κορονοϊού, εκδηλώνοντας μία κάθετη πτώση των ερωτικών τους ορέξεων και έντονη αποστροφή για κάθε σεξουαλική δραστηριότητα, ακόμη και της αυτοερωτικής, η οποία θεωρείται απολύτως ασφαλής (αν έχεις απολυμάνει καλά τα χέρια).
Πώς η απειλή του νέου κορονοϊού διαστρεβλώνει τις σεξουαλικές επιθυμίες μας;
Η πανταχού παρούσα και κάθε άλλο παρά «αόρατη» απειλή του νέου κορονοϊού εξακολουθεί, μετά από ενάμιση χρόνο, να ασκεί αμείωτη την απανθρωποποιητική δράση της σε όλους τους τομείς της ατομικής και της κοινωνικής μας ζωής, επηρεάζοντας ακόμη και τις προαιώνιες σεξουαλικές συμπεριφορές μας. Αν, δύο μέχρι χθες άγνωστα άτομα επιθυμούν, παρά τον κίνδυνο μόλυνσης που διατρέχουν, να διατηρήσουν την προ πανδημίας ερωτική ελευθερία τους, τότε οφείλουν όχι μόνο να φοράνε μάσκα και να απολυμαίνουν σχολαστικά το σώμα τους πριν και μετά από κάθε ερωτική επαφή, αλλά και να αποφεύγουν ως «μιαρά» τα άλλοτε διεγερτικά ερωτικά φιλιά. Αυτές είναι οι οδηγίες των αρμόδιων ιατρικών φορέων προκειμένου να έχουμε μια «ασφαλή» ερωτική ζωή, όσο διαρκεί η νέα πανδημία.
Πράγματι, στην εποχή της νέας πανδημίας, οι σεξουαλικές «επαφές» με αγνώστους θεωρούνται επιτρεπτές και σχετικά ασφαλείς μόνο όταν αμφότεροι οι εραστές είναι πλήρως εμβολιασμένοι κι αν χρειαστεί μπορούν να επιδεικνύουν και το σχετικό πιστοποιητικό! Οσο για τις τυχαίες και χωρίς τις απαραίτητες προφυλάξεις σεξουαλικές επαφές με νέους ερωτικούς συντρόφους, αυτές πρακτικά απαγορεύονται, όχι πια ως ανήθικες ή αντισυμβατικές συμπεριφορές, αλλά ως «υγειονομικά κακουργήματα», που, προφανώς, τελούνται μόνο από αντικοινωνικά και αυτοκαταστροφικά άτομα.
Πρόκειται για μια πολύ δυσάρεστη κατάσταση διαρκούς ερωτικής ανασφάλειας που, αναμφίβολα, επιτείνει το άγχος των υποχονδριακών ατόμων και επιβαρύνει την ήδη επισφαλή ψυχοσωματική τους υγεία, σε μια τόσο δύσκολη συγκυρία, όπως η τρέχουσα πανδημία.
«Μένουμε σπίτι», αλλά χωρίς... σεξ
Ενα πολύ ενδιαφέρον στοιχείο που προέκυψε από τις αναλύσεις της κοινωνικής και ψυχολογικής αντίδρασης των ανθρώπων, ανεξαρτήτως φύλου, στην υποχρεωτική απομόνωση στο σπίτι λόγω της απειλής του κορονοϊού είναι η σαφής επιδείνωση της σεξουαλικής ζωής των ζευγαριών. Πρόκειται για ένα ψυχοπαθολογικό φαινόμενο που, συνήθως, περιγράφεται ως «σεξουαλική ανορεξία» (sexual anorexia), ένας επιστημονικός όρος που εισάγεται, πρώτη φορά το 1975, από τον Αμερικανό ψυχίατρο και σεξολόγο Patrick Carnes, διεθνούς φήμης ερευνητή των σεξουαλικών εξαρτήσεων στις σύγχρονες κοινωνίες.
Στο βιβλίο του «Σεξ; Ευχαριστώ, δεν θα πάρω» (κυκλοφορεί από τις εκδ. «Κέδρος»), ο P. Carnes παρουσιάζει τη σεξουαλική ανορεξία ως μια παρεκκλίνουσα ψυχική κατάσταση, στο πλαίσιο της οποίας το άτομο αρνείται το σεξ τόσο σε σωματικό, νοητικό όσο και σε συγκινησιακό επίπεδο. Μολονότι τα κρούσματα της σεξουαλικής ανορεξίας έχουν πληθύνει ανησυχητικά στις σύγχρονες κοινωνίες τις δύο τελευταίες δεκαετίες, η απειλή της πανδημίας του κορονοϊού φαίνεται πως έχει επιδεινώσει σοβαρά αυτή την παθολογική κατάσταση.
Πράγματι, η πανδημία δεν έχει ανατρέψει μόνο την οικονομική, εργασιακή και κοινωνική, αλλά και την ερωτική ζωή των ανθρώπων. Η υποχρεωτική και, ενίοτε, ασφυκτική παραμονή στο σπίτι οδηγεί ακόμη και τα πιο αγαπημένα ζευγάρια σε αφόρητες εντάσεις και φαινομενικά αναίτιες καθημερινές συγκρούσεις, οι οποίες, επειδή δεν εκτονώνονται εκτός σπιτιού, οδηγούν σε ακραία φαινόμενα ενδοοικογενειακής βίας, με θύματα κυρίως τις γυναίκες και τα παιδιά.
Ενα σχεδόν ομοιόμορφο σκηνικό οικογενειακής και ερωτικής καταστροφής που καθόλου δεν συνάδει με τις αισιόδοξες και καθησυχαστικές προβλέψεις που είχαν διατυπωθεί, πριν από ενάμιση χρόνο, από ορισμένους γιατρούς, ψυχολόγους και κοινωνικούς ερευνητές, οι οποίοι προέβλεπαν μια εκρηκτική αύξηση των γεννήσεων, λόγω της αυξημένης ερωτικής δραστηριότητας των ζευγαριών που λόγω κορονοϊού ήταν υποχρεωμένα να παραμένουν μαζί στο σπίτι ατέλειωτες ώρες.
Αυτά τα αφελή σενάρια ενδοοικογενειακής και συζυγικής ευτυχίας διαψεύστηκαν οριστικά από την πραγματικότητα των υγειονομικά επιβεβλημένων λοκντάουν: τα μέχρι χθες αγαπημένα ζευγάρια τσακώνονται με κάθε ευκαιρία για τα πάντα. Οσο για τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας, τα μικρά παιδιά είναι υπερβολικά νευρικά, ασφυκτιούν κλεισμένα μέσα στο σπίτι και υποφέρουν από την έλλειψη φίλων ή και των παππούδων. Οι έφηβοι σε βαθιά κατάθλιψη από έλλειψη ελευθερίας και χωρίς προοπτικές για ερωτικές σχέσεις, ενώ οι φοιτητές με κλειστά Πανεπιστήμια μορφώνονται αποκλειστικά... διαδικτυακά. Αυτή είναι η ρεαλιστική εικόνα της καθημερινής οικογενειακής κόλασης την εποχή της πανδημίας, η οποία οδηγεί γονείς και τα παιδιά σε απόγνωση.
Στην τρέχουσα φάση της πλανητικής διάδοσης των νέων παραλλαγών του κορονοϊού, οι κυβερνήσεις και οι διορισμένες επιστημονικές επιτροπές επιχειρούν μια εντυπωσιακή πολιτική και επιστημονική κωλοτούμπα επιρρίπτοντας τις ευθύνες για τις καταστροφικές συνέπειες της πανδημίας αποκλειστικά στους μη εμβολιασμένους. Μια φαινομενικά εύλογη αλλά επιστημονικά ατεκμηρίωτη άποψη, που αποβλέπει σε ένα όσο το δυνατόν πιο ανώδυνο πέρασμα από τα ακραία κατασταλτικά μέτρα, που μέχρι χθες είχαν επιβάλει πανικόβλητες, σε μια πολύ πιο ευέλικτη και, όπως ελπίζουν, λιγότερο καταστροφική (οικονομικά και κοινωνικά) αντιμετώπιση των νέων πανδημικών παραλλαγών.
Το πρόβλημα με τη νέα στρατηγική είναι ότι, όπως και η προηγούμενη, δεν στηρίζεται σε επαρκή επιστημονικά δεδομένα σχετικά με τη διάρκεια και την αποτελεσματικότητα της εμβολιακής ανοσίας, η οποία, εφόσον επιτευχθεί, θα μπορούσε, όντως, να εγγυηθεί τη δραστική μείωση των νέων κρουσμάτων.
Μόνο σε αυτή την περίπτωση, οι περισσότεροι πολίτες θα καταφέρουν να ξεπεράσουν –εγκαίρως και σχετικά ανώδυνα– τις φοβικές αντιδράσεις τους απέναντι στην ιογενή απειλή. Ακραίες, αλλά απολύτως αναμενόμενες, φοβικές αντιδράσεις των ανθρώπων ύστερα από δεκαεπτά μήνες, επιλεκτικής επιστημονικής ενημέρωσης και συστηματικής παραπληροφόρησης από τα περισσότερα ΜΜΕ.
Οι εγκεφαλικές προϋποθέσεις της θερινής... «ερωτοπληξίας»
Υπάρχει, άραγε, μια ιδανική εποχή του έτους για συχνότερες ερωτικές συνευρέσεις μεταξύ των ανθρώπων, όπως συμβαίνει με τα περισσότερα θηλαστικά; Γιατί οι περισσότεροι άνθρωποι συνδέουν τον ερχομό της άνοιξης και του καλοκαιριού με το ξύπνημα των σωματικών αισθήσεων και με μια αυξημένη επιθυμία για σεξ; Αναγνωρίζουμε πρόθυμα ότι η άνοδος της θερμοκρασίας και η σταδιακή αύξηση της διάρκειας της ημέρας κατά τους εαρινούς και θερινούς μήνες επηρεάζει σημαντικά τη διάθεσή μας. Λιγότερο κατανοητό είναι το πώς και το γιατί αυτή η ετήσια εποχική αλλαγή μπορεί επιδρά άμεσα και να επηρεάζει τις σεξουαλικές και ψυχολογικές προδιαθέσεις των περισσότερων ανθρώπων.
Οπως αποκάλυψαν, πριν από αρκετά χρόνια, οι συγκριτικές νευροβιολογικές έρευνες, κατά την πορεία της εξέλιξης των ανώτερων θηλαστικών διαμορφώθηκαν σταδιακά δύο εξειδικευμένα εγκεφαλικά-νευρωνικά κυκλώματα που ρυθμίζουν, από κοινού, την ερωτική συμπεριφορά των θηλαστικών. Το πρώτο νευρωνικό κύκλωμα είναι σε θέση να αναγνωρίζει και να προετοιμάζει τον οργανισμό για την έλευση θερμότερων εποχών, ενώ το δεύτερο νευρωνικό κύκλωμα του επιτρέπει να αποτιμά υποσυνείδητα το ενεργειακό κόστος αλλά και τα ενεργειακά αποθέματα που απαιτούνται για τη συνουσιακή δραστηριότητα και την αναπαραγωγή.
Αυτά τα δύο νευρωνικά κυκλώματα εντοπίστηκαν σε μία αρχαϊκή δομή του διάμεσου εγκεφάλου, στον υποθάλαμο (βλ. έγχρωμη δομή στη φωτ.). Πρόκειται για μία αποφασιστικής σημασίας εγκεφαλική δομή που ρυθμίζει τις ενδοκρινικές και σπλαχνικές λειτουργίες και άρα από τον υποθάλαμο εξαρτάται η ομοιοστατική ρύθμιση των βασικών λειτουργιών του οργανισμού: αφού δεχτεί και επεξεργαστεί διάφορα εξωγενή ερεθίσματα-πληροφορίες από το περιβάλλον, ο υποθάλαμος τα αντιπαραβάλλει με τις εσωτερικές παραμέτρους του οργανισμού και, κατ’ αυτόν τον τρόπο, ρυθμίζει τις κατάλληλες ενδοκρινικές και σπλαχνικές απαντήσεις του.
Οι εγκεφαλικές ρυθμίσεις του σεξ
Πρωτίστως, λοιπόν, ο υποθάλαμος ελέγχει την ισορροπημένη λειτουργία του οργανισμού, ρυθμίζοντας π.χ. το πότε ή πόσο πρέπει να τρέφεται ένας άνθρωπος, καθορίζει και το πότε ή πόσο συχνά μπορεί να συνουσιάζεται. Κάτι που, εξάλλου, από καιρό είχε διαισθανθεί η ερωτική λογοτεχνία: η διατροφή και το σεξ είναι δύο στενότατα συνυφασμένες βιολογικές λειτουργίες!
Η στενότατη «διαπλοκή» της διατροφής με το σεξ επιβεβαιώθηκε επιστημονικά από τις έρευνες των καθηγητών R. Foster και Τ. Roenneberg. Ηδη από το 2014, οι δύο νευροεπιστήμονες μελετώντας τους εγκεφαλικούς χρονοβιολογικούς μηχανισμούς έδειξαν ότι η δραστηριότητα των δύο υποδομών του υποθαλάμου για τη ρύθμιση αντίστοιχα της διατροφής και του σεξ επηρεάζει αποφασιστικά την ενεργοποίηση ή την απενεργοποίηση των υπόλοιπων εγκεφαλικών δομών που σχετίζονται με το σεξ και την αναπαραγωγή. Με άλλα λόγια, τα εγκεφαλικά κυκλώματα που καθορίζουν αν οι αναπαραγωγικοί ρυθμοί των διαφόρων ειδών θηλαστικών θα είναι ετήσιοι, εποχικοί ή διαρκείς.
Αρχίζουμε λοιπόν να κατανοούμε το γιατί και κυρίως το πώς η διάρκεια της ημέρας (φωτοπερίοδος) επηρεάζει την ερωτική συμπεριφορά των ανώτερων θηλαστικών. Πράγματι, ο υποθάλαμος των θηλαστικών διαθέτει ειδικά εγκεφαλικά κυκλώματα για να αναγνωρίζει την αύξηση της διάρκειας της ημέρας το καλοκαίρι, γεγονός που, με τη σειρά του, πυροδοτεί τους εγκεφαλικούς μηχανισμούς για την εποχική αναζήτηση μιας πιο πλούσιας ερωτικής ζωής. Το εύλογο ερώτημα είναι αν οι ίδιοι ακριβώς ή, έστω, κάποιοι ανάλογοι εγκεφαλικοί μηχανισμοί ρυθμίζουν και την ανθρώπινη ερωτική συμπεριφορά;
Για να απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα η συγκριτική ανατομική δεν επαρκεί και θα πρέπει να στραφούμε στην προϊστορία του είδους μας. Στις πολύ πιο δύσκολες γεωγραφικά, κλιματικά και υγειονομικά συνθήκες, όπου έπρεπε να επιβιώνουν οι πρώτοι άνθρωποι, η αυξημένη ερωτική δραστηριότητα των προγόνων μας το καλοκαίρι (κυρίως τον Ιούλιο και τον Αύγουστο) αποτελούσε ασφαλώς κάποια εγγύηση ότι τα κυήματα, που ύστερα από εννιά μήνες θα γεννιούνταν, θα έρχονταν στον κόσμο την άνοιξη και όχι το χειμώνα, γεγονός που διασφάλιζε τη μεγαλύτερη βιωσιμότητά τους!
Πάντως, σύμφωνα με τα διαθέσιμα, σήμερα, στατιστικά και συμπεριφορικά δεδομένα, η ερωτική δραστηριότητα των σύγχρονων ανθρώπων αυξάνει επίσης σημαντικά κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού. Για παράδειγμα, έρευνες στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη επιβεβαιώνουν ότι οι πωλήσεις προφυλακτικών αυξάνονται κατακόρυφα κατά τους θερινούς μήνες. Το γεγονός αυτό, βέβαια, θα μπορούσε κάλλιστα να εξηγηθεί όχι με βιολογικούς αλλά με κοινωνιολογικούς όρους (διακοπές, περισσότερος ελεύθερος χρόνος κ.ο.κ.).
Συνεπώς, το διαχρονικό φαινόμενο της σεξουαλικής προδιάθεσης και της αυξημένης σεξουαλικής δραστηριότητας του ανθρώπινου είδους κατά τους καλοκαιρινούς μήνες εξηγείται επαρκώς μόνο αν αποδεχτούμε ότι οφείλεται τελικά σε βιολογικά αίτια. Αραγε, η πρόσκαιρη απειλή του κορονοιού θα καταφέρει να εξουδετερώσει τους προαιώνιους μηχανισμούς της ερωτικής συμπεριφοράς μας;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου