Με βασικούς άξονες α) την καθιέρωση του 43% ως επαρκούς ορίου εκλογής Δημάρχου/Περιφερειάρχη και β) την εξασφάλιση της πλειοψηφίας των 3/5 του αντίστοιχου συμβουλίου, η κυβέρνηση παρουσίασε πρόσφατα τον σχεδιασμό της για τον νέο εκλογικό νόμο για την Αυτοδιοίκηση. Η πολυδιαφημισμένη μεταρρύθμιση της ΝΔ για “την ομαλή λειτουργία των ΟΤΑ” δεν ήταν τελικά τίποτα άλλο, παρά η επιστροφή στο παρελθόν και η επαναφορά ενός συστήματος που δοκιμάστηκε και απέτυχε 15 ολόκληρα χρόνια πριν, το 2006.
Ο κ. Βορίδης έρχεται να ολοκληρώσει αυτό που ξεκίνησε ο κ. Θεοδωρικάκος, δηλαδή τη μεθοδευμένη και εξαρχής ιεραρχημένη επίθεση αυτής της κυβέρνησης στο θεσμικό πλαίσιο της Αυτοδιοίκησης. Η επιλογή του 43% ως ορίου εκλογής, αλλά και μια σειρά άλλων διατάξεων, αποκαλύπτουν δύο στοιχεία: Αφενός ότι μοναδική στόχευση της Νέας Δημοκρατίας είναι να δημιουργήσει ευνοϊκές συνθήκες επανεκλογής των δικών της δημάρχων και περιφερειαρχών. Αφετέρου, ότι προκειμένου να εξασφαλίσει κάτι τέτοιο, δεν διστάζει να θέσει θεσμικά εμπόδια, που θα δυσχεράνουν τις άλλες παρατάξεις να κερδίσουν τις εκλογές, καθώς γνωρίζει καλά ότι πιθανές συμπράξεις των -ιστορικά πλειοψηφικών στη χώρα- προοδευτικών δυνάμεων τη δεύτερη Κυριακή θα έθεταν σε κίνδυνο την επανεκλογή των γαλάζιων δημάρχων.
Με την εξασφάλιση της εκλογής των 3/5 των μελών του συμβουλίου στον νικητή, η κυβέρνηση αδιαφορεί επιδεικτικά για τη συνταγματικά κατοχυρωμένη ισοδυναμία της ψήφου. Επικαλούμενη την κυβερνησιμότητα, επαναφέρει τη μεγάλη διαφοροποίηση της βαρύτητας της ψήφου, ως προς τη διαμόρφωση των κατά τόπους δημοτικών συμβουλίων. Με το ίδιο άλλοθι εξάλλου, η ΝΔ ακυρώνει τη δυνατότητα ξεχωριστών τοπικών ψηφοδελτίων στις κοινότητες και τα διαμερίσματα των αστικών πόλεων και τα συνδέει με το κεντρικό ψηφοδέλτιο, μία πρόταση που έχει ήδη συναντήσει τη διακομματική αντίθεση της πλειονότητας των νυν τοπικών συμβούλων.
Με τον τρόπο αυτό, το ΥΠΕΣ βάζει ένα σοβαρό θεσμικό εμπόδιο σε όλες τις δημοτικές παρατάξεις πλην της πλειοψηφούσας ακόμα και να συγκροτήσουν ψηφοδέλτια, καθώς βάσει των προβλέψεων του νέου εκλογικού νόμου κάθε δημοτική παράταξη που θέλει να διεκδικήσει με αξιώσεις τη νίκη στις εκλογές καλείται να βρει, πλην των δημοτικών, τοπικούς υποψηφίους σε κάθε κοινότητα και διαμέρισμα. Αξίζει μάλιστα να αναφερθεί, πως, ενώ προβλέπεται η μείωση των εδρών των συμβουλίων, ταυτόχρονα ο αριθμός των δημοτικών και τοπικών υποψηφίων για τις έδρες αυτές αυξάνεται (σε 120% και 200% επί των εδρών αντίστοιχα), σε μία απροκάλυπτη προσπάθεια της κυβέρνησης να δημιουργήσει προνομιακές συνθήκες για τους εκλεκτούς της που κατέχουν ήδη το δημαρχιακό αξίωμα.
Για να καταστήσει δε τη διαδικασία ακόμα δυσκολότερη, η πρόταση της κυβέρνησης προβλέπει την κατάρτιση των συνδυασμών και την κατάθεση των ψηφοδελτίων μέχρι τις 30 Ιουνίου, τρεις μήνες πριν την ημερομηνία της διεξαγωγής των εκλογών (σήμερα η ίδια προθεσμία είναι 20 ημέρες). Σε καμία εκλογική διαδικασία -ούτε στις εθνικές εκλογές- η κατάθεση των ψηφοδελτίων δεν γίνεται τόσο νωρίς και μια τέτοια προθεσμία θα δημιουργήσει σημαντικά προβλήματα διοίκησης στους δήμους, καθώς η επέκταση της επίσημης προεκλογικής περιόδου θα απαγορεύει από τα όργανα των δήμων να αποφασίζουν για όλο αυτό το διάστημα. Από το καλοκαίρι μέχρι τον Οκτώβριο θα είμαστε σε μία διαρκή προεκλογική περίοδο, ενώ οι Δήμοι θα συνεχίσουν να μη λειτουργούν μέχρι το τέλος της θητείας τον Δεκέμβριο. Για έξι μήνες, δηλαδή, οι Δήμοι θα πηγαίνουν στον αυτόματο πιλότο, κινδυνεύοντας να χάσουν τον προορισμό τους. Δυστυχώς, στο όνομα της κυβερνησιμότητας η ΝΔ υποστηρίζει την εξάμηνη ακυβερνησία των δήμων.
Ιδιαίτερη μνεία τέλος θα πρέπει να γίνει στη μείωση της ποσόστωσης φύλου στο 33%, μια ακόμα σοβαρή θεσμική υποχώρηση που καταγράφεται, μάλλον στο όνομα της κυβερνησιμότητας και αυτή. Τη στιγμή που η χώρα συγκλονίζεται από το δικό της κίνημα #metoo αποκαλύψεων, η επιλογή αυτή της κυβέρνησης έχει σημειολογική, αν μη τι άλλο, σημασία για το δημοκρατικό έλλειμα που διακρίνει την πολιτική σκέψη και ανάλυση της συντηρητικής παράταξης.
Η αλήθεια είναι πως τη ΝΔ δεν την αφορά τίποτα από όλα αυτά. Η ΝΔ συνεχίζει να βλέπει τους ΟΤΑ όχι ως αυτόνομο πεδίο άσκησης πολιτικής δίπλα στις ανάγκες του πολίτη, αλλά ως ένα ακόμα πεδίο μεταφοράς των παθογενειών της κεντρικής διοίκησης και της κομματικής αντιπαράθεσης σε κάθε πόλη, σε κάθε χωριό σε κάθε γειτονιά. Οι μεγάλες ανάγκες όμως της Τοπικής Αυτοδιοίκησης δεν μπορούν να ικανοποιηθούν με εκλογικές στρεβλώσεις και με νόθευση της λαϊκής ετυμηγορίας. Κυβερνησιμότητα και δημοκρατία δεν γίνεται να λειτουργούν αντιπαραθετικά.
Ο ΣΥΡΙΖΑ - Προοδευτική Συμμαχία, απέναντι στους οπισθοδρομικούς σχεδιασμούς της κυβέρνησης, θα αντιπαραθέσει τεκμηριωμένες προτάσεις και θέσεις, με παρακαταθήκη τις δικές του μεταρρυθμίσεις, μεταρρυθμίσεις που τον ανέδειξαν ως τη μοναδική τα τελευταία χρόνια πολιτική δύναμη που έχει παράξει ουσιαστικό έργο για την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Η ευρωπαϊκή πραγματικότητα, η εμπειρία από την εξέλιξη και τον εκδημοκρατισμό του αυτοδιοικητικού θεσμού τα τελευταία χρόνια, ο εξαντλητικός διάλογος και η εύρεση πεδίων σύγκλισης με όλες τις προοδευτικές φωνές θα είναι οι οδοδείκτες μας, προκειμένου να απαντηθούν με δημοκρατικό τρόπο τα αδιέξοδα που αντιμετωπίζουν στη χώρα μας οι ΟΤΑ.
Θα ήταν ευχής έργον οι προοδευτικές δυνάμεις, που το 2006 είχαν αντιδράσει έντονα, δίνοντας μάχες και καταγγέλλοντας μέχρι το ΣτΕ την αντιμεταρρύθμιση του 42%, να μην έχουν ξεχάσει όσα έλεγαν τότε, ούτε να έχουν μετατοπιστεί ιδεολογικοπολιτικά. Ένα ευρύ μέτωπο προοδευτικών πολιτικών δυνάμεων μπορεί και πρέπει να θεμελιώσει ξανά μια σύγχρονη, δημοκρατική και αποτελεσματική Τοπική Αυτοδιοίκηση.
*************************************************************************
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου