Όπως επισημαίνει ο βουλευτής Εύβοιας Θανάσης Ζεμπίλης, με τον νέο Πτωχευτικό Κώδικα, που ψηφίζεται αύριο στην Ολομέλεια της Βουλής, ρυθμίζονται δύο σημαντικά ζητήματα που απασχολούσαν τους πυρόπληκτους αγρότες και επαγγελματίες της Εύβοιας, με το πρώτο να αφορά τις οικονομικές ενισχύσεις που είχαν λάβει παραγωγοί και των οποίων η Ευρωπαϊκή Ένωση ζητούσε την ανάκτηση, ενώ το δεύτερο τα επιχειρηματικά δάνεια με εγγύηση Δημοσίου που είχε καταπέσει.
Πιο αναλυτικά, το ζήτημα ανάγεται στην οικονομική ενίσχυση που είχε χορηγηθεί με την μορφή επιδότησης επιτοκίου και εγγυήσεων του Δημοσίου ως προς τα δάνεια επιχειρήσεων και επαγγελματιών του πρωτογενούς τομέα που ήταν εγκαταστημένοι και δραστηριοποιούνταν στους πληγέντες από τις πυρκαγιές του 2007 νομούς, στους οποίους συμπεριλαμβανόταν και η Εύβοια. Το πρόβλημα είχε προκύψει όταν η Ευρωπαϊκή Ένωση με την αριθ. C(2019) 7094 απόφαση της, που αφορά μόνο δραστηριότητες που σχετίζονται με την παραγωγή, μεταποίηση και εμπορία γεωργικών προϊόντων, έκρινε ως παράνομες τις συγκεκριμένες κρατικές ενισχύσεις και ζήτησε την ανάκτησή τους. Με αυτόν τον τρόπο πολλοί δικαιούχοι αυτής της στήριξης μετατράπηκαν σε μεγαλοοφειλέτες του δημοσίου και απειλούνταν με κατασχέσεις και πλειστηριασμούς. Πλέον λοιπόν, με τις διατάξεις του άρθρου 266, επιλύεται το συγκεκριμένο ζήτημα, καθώς τους δίνεται η δυνατότητα να υπαχθούν εκ των υστέρων σε κανονισμό για ενισχύσεις ήσσονος σημασίας ή στον Κανονισμό αριθ. 702/2014 της Επιτροπής που περιλαμβάνει ενισχύσεις για την αποκατάσταση ζημιών που προκαλούνται από θεομηνίες, εφόσον πληρούσαν τις προβλεπόμενες προϋποθέσεις. Διαφορετικά τα προς ανάκτηση ποσά μπορούν να συμψηφισθούν με ενισχύσεις ήσσονος σημασίας βάσει ενός νέου καθεστώτος de minimis.
Επιπλέον, με την υπ.αριθμ. 530-88/20.10.2020 τροπολογία, που επίσης ψηφίζεται αύριο, γίνεται δεκτό το αίτημα που είχε μεταφέρει ο Θανάσης Ζεμπίλης στον Υπουργό Οικονομικών κ. Χ. Σταϊκούρα, για την υπαγωγή στο καθεστώς των πολλών δόσεων των δανείων που έχει καταπέσει η εγγύησή τους και έχουν βεβαιωθεί στη Δ.Ο.Υ. Συγκεκριμένα, με το άρθρο 5 της ανωτέρω τροπολογίας ρυθμίζονται σε έως και 120 δόσεις και οι οφειλές που προέκυψαν από καταπτώσεις δανείων που χορηγήθηκαν με εγγυητή το Ελληνικό Δημόσιο.
Αναλυτικά οι διατάξεις του άρθρου 5 της υπ.αριθμ. 530-88/20.10.2020 τροπολογίας είναι οι εξής:
Ρυθμίσεις οφειλών που προέρχονται από επιχειρηματικά δάνεια και δάνεια φυσικών προσώπων καθώς και από καταπτώσεις της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας και λοιπές συνοδευτικές διατάξεις για την εφαρμογή τους
«1. Βεβαιωμένες οφειλές στις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες και στα Ελεγκτικά Κέντρα σύμφωνα με τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων(ν.δ. 356/1974, Α΄ 90 Κ.Ε.Δ.Ε.) που προέρχονται από επιχειρηματικά δάνεια και δάνεια φυσικών προσώπων, με εκδοθείσες έως και το έτος 2012 υπουργικές αποφάσεις παροχής της εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου, κατ’ εξουσιοδότηση του ν. 2332/1995(Α΄181) ή παροχής της εγγύησης της εταιρείας με την επωνυμία «Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα ΑΕ», ή της εταιρείας με την επωνυμία «Ταμείο Εγγυοδοσίας Μικρών και Πολύ Μικρών Επιχειρήσεων ΑΕ (ΤΕΜΠΜΕ ΑΕ), όπως ισχύουν, τα οποία είχαν καταστεί ληξιπρόθεσμα στα πιστωτικά ιδρύματα έως τις 7.10.2019, όπως αναγράφεται στο αίτημα κατάπτωσης των τραπεζών στις αρμόδιες υπηρεσίες, δύνανται να ρυθμίζονται σε έως και εκατόν είκοσι (120) μηνιαίες δόσεις, κατόπιν αίτησης του οφειλέτη, εφόσον έχουν καταχωρισθεί στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων της Φορολογικής Διοίκησης από την 7η Οκτωβρίου 2019 μέχρι την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή σε ρύθμιση, με απαλλαγή κατά ποσοστό από τις προσαυξήσεις και τους τόκους εκπρόθεσμης καταβολής που τις επιβαρύνουν ως ακολούθως:
α) Εφάπαξ με απαλλαγή κατά ποσοστό 100%
β) Από 2 έως και 4 μηνιαίες δόσεις με απαλλαγή κατά ποσοστό 95%
γ) Από 5 έως και 12 μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό 85%
δ) Από 13 έως και 24 μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό 80%
ε) Από 25 έως και 36 μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό 75%
στ) Από 37 έως και 48 μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό 45%
ζ) Από 49 έως και 60 μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό 30%
η) Από 61 έως και 72 μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό 20%
θ) Από 73 έως και 96 μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό 15%
ι) Από 97 έως και 120 μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό 10%
2. Με την υπαγωγή και υπό την προϋπόθεση της τήρησης του προγράμματος ρύθμισης δεν υπολογίζονται τα πρόστιμα του άρθρου 6 του Κ.Ε.Δ.Ε.
3. Το ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης της ρύθμισης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των 20 ευρώ.
4. Στη ρύθμιση του παρόντος υπάγεται υποχρεωτικά το σύνολο των καταχωρημένων στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων της Φορολογικής Διοίκησης που είναι ληξιπρόθεσμα έως και την ημερομηνία της αίτησης υπαγωγής οφειλών της παρ. 1, οι οποίες δεν έχουν τακτοποιηθεί κατά νόμιμο τρόπο με αναστολή πληρωμής ή διευκόλυνση ή άλλη ρύθμιση τμηματικής καταβολής βεβαιωμένων οφειλών στη Φορολογική Διοίκηση, βάσει νόμου ή δικαστικής απόφασης ή προσωρινής διαταγής.
5. α. Οι απαλλαγές της παρ.1 υπολογίζονται επί των προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής του άρθρου 6 του Κ.Ε.Δ.Ε. , όπως έχουν διαμορφωθεί την ημερομηνία της αίτησης για υπαγωγή στην ρύθμιση.
β. Βασικές συνολικές οφειλές που υπάγονται σε πρόγραμμα ρύθμισης της παρούσας, αντί των κατά Κ.Ε.Δ.Ε. τόκων και προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής , από την υπαγωγή σε ρύθμιση, επιβαρύνονται με τόκο που ανέρχεται σε 3% ετησίως υπολογισμένο.
γ. Η καθυστέρηση καταβολής δόσης συνεπάγεται την επιβάρυνση αυτής με μηνιαία προσαύξηση 0,25%
6. Στις ρυθμίσεις των παρ. 1 έως 4 δύνανται, επιπλέον, να υπαχθούν, μετά από επιλογή του οφειλέτη, οφειλές από την ίδια αιτία που έχουν καταχωρισθεί στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων της Φορολογικής Διοίκησης, μέχρι την ημερομηνία αίτηση για υπαγωγή σε ρύθμιση, οι οποίες δεν έχουν υπαχθεί σε διευκόλυνση ή άλλη ρύθμιση τμηματικής καταβολής βεβαιωμένων οφειλών στη Φορολογική Διοίκηση βάσει νόμου ή δικαστικής απόφασης ή προσωρινής διαταγής και οι οποίες κατά την περίοδο της αίτησης:
α) δεν έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης υπαγωγής ή
β) τελούν σε αναστολή, διοικητική ή δικαστική ή εκ του νόμου.
7. Στις ρυθμίσεις του παρόντος δύνανται να υπάγονται, με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις, και οι οφειλές που προέρχονται από επιχειρηματικά δάνεια και δάνεια φυσικών προσώπων, με εκδοθείσες έως και το 2012 υπουργικές αποφάσεις παροχής της εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου, κατ’ εξουσιοδότηση του ν. 2332/1995(Α΄181) ή παροχής της εγγύησης της εταιρείας με την επωνυμία «Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα ΑΕ», ή της εταιρείας με την επωνυμία «Ταμείο Εγγυοδοσίας Μικρών και Πολύ Μικρών Επιχειρήσεων ΑΕ (ΤΕΜΠΜΕ ΑΕ), όπως ισχύουν, τα οποία είχαν καταστεί ληξιπρόθεσμα στα πιστωτικά ιδρύματα έως τις 7.10.2019, όπως αναγράφεται στο αίτημα κατάπτωσης των τραπεζών στις αρμόδιες υπηρεσίες, οι οποίες θα καταχωρισθούν στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων της Φορολογικής Διοίκησης μετά την καταληκτική ημερομηνία υπαγωγής σε πρόγραμμα ρύθμισης σύμφωνα με την παρ.9, κατόπιν αίτησης στην αρμόδια υπηρεσία της Φορολογικής Διοίκησης για την είσπραξη της οφειλής μέσα σε έξι μήνες από την καταχώρηση των οφειλών αυτών.
8. α. Η ρύθμιση χορηγείται ανά οφειλέτη και αφορά και οφειλές για τις οποίες αυτός ευθύνεται. Πρόσωπα που ευθύνονται για την καταβολή μέρους της οφειλής δικαιούνται να ρυθμίσουν το μέρος αυτό.
β. Στην περίπτωση που από τον χρηματικό κατάλογο δεν προκύπτει ότι η οφειλή προέρχεται από επιχειρηματικά δάνεια και δάνεια φυσικών προσώπων, με εκδοθείσες έως και το 2012 υπουργικές αποφάσεις παροχής της εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου, κατ’ εξουσιοδότηση του ν. 2332/1995(Α΄181) ή παροχής της εγγύησης της εταιρείας με την επωνυμία «Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα ΑΕ», ή της εταιρείας με την επωνυμία «Ταμείο Εγγυοδοσίας Μικρών και Πολύ Μικρών Επιχειρήσεων ΑΕ (ΤΕΜΠΜΕ ΑΕ), όπως ισχύουν, τα οποία είχαν καταστεί ληξιπρόθεσμα στα πιστωτικά ιδρύματα έως τις 7.10.2019, όπως αναγράφεται στο αίτημα κατάπτωσης των τραπεζών στις αρμόδιες υπηρεσίες, απαιτείται για την υπαγωγή στην ρύθμιση η προσκόμιση από τον αιτούντα έγγραφης βεβαίωσης της βεβαιούσης αρχής προς την αρμόδια για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής υπηρεσίας που ορίζει ρητά ότι η οφειλή εμπίπτει στην παρ.1
9. Με την επιφύλαξη της παρ.7 η αίτηση για υπαγωγή σε πρόγραμμα ρύθμισης των παρ. 1 έως 4 υποβάλλεται στην υπηρεσία της Φορολογικής Διοίκησης, που είναι αρμόδια για την είσπραξη της οφειλής μέχρι τις 30 Απριλίου 2021.
10. Για την υπαγωγή σε πρόγραμμα ρύθμισης των παρ. 1 έως 4 η πρώτη δόση καταβάλλεται εντός τριών εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση. Οι επόμενες δόσεις καταβάλλονται έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα των επόμενων μηνών από την ημερομηνία αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση.
11. Η ρύθμιση απόλλυται, με συνέπεια την υποχρεωτική άμεση καταβολή του υπολοίπου της οφειλής, σύμφωνα με τα στοιχεία της αρχικής βεβαίωσης και την άμεση επιδίωξη της είσπραξης της με όλα τα προβλεπόμενα από την ισχύουσα νομοθεσία μέτρα, εάν ο οφειλέτης:
α) δεν καταβάλλει δύο συνεχόμενες μηνιαίες δόσεις ή καθυστερήσει την καταβολή των δύο τελευταίων δόσεων της ρύθμισης για το αντίστοιχο διάστημα,
β) δεν εξοφλήσει ή τακτοποιήσει κατά νόμιμο τρόπο τις οφειλές του καθ’ όλη την διάρκεια της ρύθμισης του παρόντος , εντός διμήνου από την λήξη προθεσμίας καταβολής τους ή εντός διμήνου από την ημερομηνία αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση του παρόντος, εφόσον η προθεσμία καταβολής τους έχει παρέλθει πριν την υπαγωγή σε αυτή,
γ) δεν υποβάλλει τις προβλεπόμενες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και του φόρου προστιθέμενης αξίας, καθ’ όλο το διάστημα της ρύθμισης των οφειλών του και μέχρι την εξόφληση της εντός τριών το αργότερο μηνών από την παρέλευση της προθεσμίας υποβολή τους ή εντός τριών, μηνών από την ημερομηνία αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση του παρόντος, εφόσον η προθεσμία υποβολής έχει παρέλθει πριν την υπαγωγή σε αυτή. Σε περίπτωση απώλειας της ρύθμισης δεν επιτρέπεται η υπαγωγή των ίδιων οφειλών στην ρύθμιση τμηματικής καταβολής της υποπαρ.Α2 της παρ. Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013.
12. Στην περίπτωση που ο οφειλέτης σε οποιοδήποτε στάδιο της ρύθμισης, εξοφλήσει εφάπαξ τις υπόλοιπες δόσεις των ρυθμισμένων οφειλών ή σε περίπτωση εξόφλησης του συνόλου της οφειλής με οποιονδήποτε τρόπο, τυγχάνει απαλλαγής επί του εναπομείναντος ποσού των προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής, σε ποσοστό ίσο με αυτό που αντιστοιχεί στον αριθμό των μηνιαίων δόσεων που τελικά διαμορφώνεται με την εξόφληση, σύμφωνα με τις παρ. 1 έως και 4.
13. Ο οφειλέτης που έχει υπαχθεί σε πρόγραμμα ρύθμισης των παρ. 1 έως και 4 δύναται να επιλέξει την υπαγωγή του σε άλλο πρόγραμμα ρύθμισης του παρόντος με διαφορετικό αριθμό δόσεων για το υπόλοιπο προς καταβολή ποσό και υπό τις ίδιες προϋποθέσεις. Στην περίπτωση αυτή δικαιούται απαλλαγή από τόκους και προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής για το εναπομείναν ποσό, σύμφωνα με το νέο πρόγραμμα ρύθμισης κα ο συνολικός αριθμός μηνιαίων δόσεων δεν μπορεί να υπερβαίνει τις 120, υπολογιζόμενος από την πρώτη δόση του αρχικού προγράμματος ρύθμισης.
14. Η υπαγωγή και συμμόρφωση στη ρύθμιση των παρ. 1 έως και 4 παρέχει στον οφειλέτη τα ακόλουθα ευεργετήματα:
α) χορηγείται αποδεικτικό ενημερότητας, σύμφωνα με το άρθρο 12 του ν. 4174/2013
β) αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής που επιβλήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 25 του ν. 1882/1990 ή διακόπτεται εφόσον εκκίνησε η εκτέλεση της. Κατά το χρονικό διάστημα ισχύος της ρύθμισης αναστέλλεται η παραγραφή του ποινικού αδικήματος, κατά παρέκκλιση των χρονικών περιορισμών του άρθρου 113 του Ποινικού Κώδικα.
γ) αναστέλλονται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών ή ακινήτων. Η αναστολή της παρούσας δεν ισχύει για κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί στα χέρια τρίτων ή έχουν εκδοθεί οι σχετικές παραγγελίες, αλλά τα αποδιδόμενα από αυτές ποσά λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη δόσης ή δόσεων της ρύθμισης, εφόσον δεν πιστώνονται διαφορετικά. Αν ο οφειλέτης απωλέσει το ευεργέτημα της ρύθμισης, τα μέτρα που έχουν ανασταλεί συνεχίζονται.
15. Το Δημόσιο διατηρεί το δικαίωμα και μετά τη συμμόρφωση του οφειλέτη στη ρύθμιση τμηματικής καταβολής που του χορηγήθηκε:
α) να μην χορηγεί στον οφειλέτη αποδεικτικό ενημερότητας για μεταβίβαση ακινήτου ή σύσταση εμπράγματου δικαιώματος επ’ αυτού, ακόμη και αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις χορήγησή του, εφόσον η οφειλή δεν είναι ασφαλισμένη, σύμφωνα με το άρθρο 12 του Κ.Φ.Δ.,
β) να προβαίνει σε συμψηφισμό των χρηματικών απαιτήσεων του οφειλέτη κατά του Δημοσίου και μέχρι του ύψους των οφειλών, σύμφωνα με το άρθρο 83 του Κ.Ε.Δ.Ε.,
γ) να επιβάλλει κατασχέσεις και να εγγράφει υποθήκες σε περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη, των συνυπόχρεων προσώπων ή των εγγυητών, εφόσον η οφειλή δεν είναι ασφαλισμένη.
16. Τα ποσά που εισπράττονται κατά την διάρκεια της ρύθμισης από την παρακράτηση ποσοστού απαίτησης του οφειλέτη λόγω της χορήγησης αποδεικτικού ενημερότητας ή κατόπιν συμψηφισμού καλύπτουν δόση ή δόσεις της χορηγηθείσας ρύθμισης, εφόσον δεν πιστώνονται διαφορετικά. Ομοίως τα αποδιδόμενα ποσά από πράξεις εκτέλεσης λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη δόσης ή δόσεων της ρύθμισης, εφόσον εισπράττονται κατά την διάρκεια της και δεν πιστώνονται διαφορετικά.
17. Η παραγραφή των οφελών για τις οποίες υποβάλλεται αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση αναστέλλεται καθ’ όλη την διάρκεια ισχύος της και δεν συμπληρώνεται πριν παρέλθει ένα έτος από την λήξη της.
18. Αρμόδια για την χορήγηση της ρύθμισης, την παρακολούθηση, την τήρηση των όρων της και την απώλεια αυτής είναι η υπηρεσία της Φορολογικής Διοίκησης που είναι αρμόδια για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής.
19. α. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, έπειτα από εισήγηση του Διοικητή της ΑΑΔΕ, που εκδίδεται εντός μηνός από την λήξη της καταληκτικής προθεσμίας υπαγωγής στη ρύθμιση του παρόντος δύναται να παραταθεί η καταληκτική ημερομηνία υπαγωγής για χρονικό διάστημα μέχρι ένα μήνα,
β. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, έπειτα από εισήγηση του Διοικητή της ΑΑΔΕ, δύναται να ρυθμίζονται ειδικότερα θέματα και λεπτομέρειες για την εφαρμογή του παρόντος.»
*************************************************************************
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου